Dizionario Vietnamita - Greco

Tiếng Việt - ελληνικά

mạng Greco:

1. δίκτυο δίκτυο


Το σιδηροδρομικό δίκτυο στην χώρα μου είναι πολύ κακό, οπότε όλοι παίρνουν λεωφορείο.