Dizionario Vietnamita - Greco

Tiếng Việt - ελληνικά

bó bột Greco:

1. γύψος γύψος



Greco parola "bó bột"(γύψος) si verifica in set:

Οι 15 κύριοι ιατρικοί όροι στα βιετναμέζικα