Dizionario Turco - Greco

Türkçe - ελληνικά

Gidiyorum Greco:

1. πάω πάω


Αύριο θα πάω στην Αμερική.
Αύριο θα πάω σχολείο, γιατί έχω εξετάσεις στο μάθημα της Ιστορίας.

Parole correlate

giyinmek Greco