Dizionario Polacco - Greco

język polski - ελληνικά

przy Greco:

1. στο στο


Αύριο θα πάω σχολείο, γιατί έχω εξετάσεις στο μάθημα της Ιστορίας.
Συγνώμη που δεν απάντησα στο γράμμα σου νωρίτερα.
Απαγορεύω το κάπνισμα στο δωμάτιό μου.
Θέλω να σπουδάσω στο εξωτερικό.
Ποιός στο είπε αυτό;
Αυτός είναι ο ποιητής που γνώρισα στο Παρίσι.
Απλά αναρωτιέμαι πως περνάς και αν έχεις προσαρμοστεί στο νέο περιβάλλον.
Δεν ήρθες στο σχολείο χθες.
Τους αρέσει να παίζουν στο χιόνι.
Άφησα τα κλειδιά μου στο τραπέζι. Μπορείς να μου τα φέρεις, σε παρακαλώ;
Πήγαμε και στο ναό.
Ο Μάικ έχει ένα φίλο που μένει στο Σικάγο.
Χθες προπονήθηκα δύο ώρες στο στάδιο.
Και οι δύο πήγανε στο παράθυρο για να κοιτάξουν έξω.
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας έδωσε χθες συνέντευξη τύπου στο Ζάππειο.