Dizionario Greco - Turco

ελληνικά - Türkçe

καταψύκτης in turco:

1. dondurucu dondurucu


Dondurmanı dondurucuya koymazsan erir.

Turco parola "καταψύκτης"(dondurucu) si verifica in set:

Οικιακές συσκευές στα τουρκικά