Dizionario Greco - Olandese

ελληνικά - Nederlands, Vlaams

ντουλάπα in Olandese:

1. garderobe garderobe



Olandese parola "ντουλάπα"(garderobe) si verifica in set:

Λεξιλόγιο για το υπνοδωμάτιο στα ολλανδικά